Πολλά ζευγάρια όταν διαπιστώσουν μία δυσκολία επίτευξη εγκυμοσύνης απευθύνονται αμέσως σε μία Μονάδα εξωσωματικής. Η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελεί μια πραγματική επανάσταση στην ιστορία της Ιατρικής.
Δεν παύει όμως να είναι μια διαδικασία με επιβάρυνση για το ζευγάρι, ψυχολογική, φαρμακευτική και οικονομική (ακόμα πιο έντονη τα τελευταία χρόνια της κρίσης). Για το λόγο αυτό καθίσταται απαραίτητη η προσπάθεια αποφυγής της αλλά και η σωστή προετοιμασία του ζευγαριού πριν από κάθε τέτοια προσπάθεια. Τα τελευταία χρόνια οι γνώσεις μας για τις διαδικασίες της Αναπαραγωγής ολοένα και αυξάνονται. Παράλληλα, ανακαλύπτουμε ότι καταστάσεις που μέχρι πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν φυσιολογικές, καθώς δεν επηρεάζουν τη γενικότερη υγεία του ανθρώπου, μπορούν να δυσχεράνουν τη σύλληψη. Είναι καταστάσεις κυρίως ορμονικής προέλευσης. Πριν από λίγα χρόνια αυτά τα ζευγάρια θα ταξινομούνταν στην κατηγορία της ανεξήγητης υπογονιμότητας, δηλαδή στην απουσία κάποιου παράγοντα που να δικαιολογεί την αδυναμία σύλληψης. Οι πιο κλασικές περιπτώσεις σχετίζονται με την λειτουργία του θυρεοειδή αδένα και είναι ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός και η θυρεοιδίτιδα Hashimoto. Στον υποκλινικό υποθυρεοειδισμό οι τιμές των ορμονών που ελέγχουν την λειτουργία του θυρεοειδή ενώ είναι στα φυσιολογικά όρια για τον γενικό πληθυσμό, θεωρούνται διαταραγμένες για την γυναίκα που θέλει να μείνει έγκυος. Στην θυρεοειδίτιδα ο οργανισμός παράγει αντισώματα εναντίον του θυρεοιδή αδένα και αυτή η κατάσταση, η οποία δεν ελεγχόταν παλιότερα, ακόμα κι αν δεν επηρεάζει τα επίπεδα των ορμονών μπορεί να αποτελέσει αιτία υπογονιμότητας αλλά και αυτόματων αποβολών. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την προλακτίνη, μία ορμόνη που εκκρίνεται από τον εγκέφαλο και αυξάνεται μεταξύ άλλων και σε καταστάσεις stress.
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται και στη ρύθμιση του βάρους της γυναίκας, που επίσης οδηγεί σε αύξηση των πιθανοτήτων φυσικής σύλληψης αλλά και των πιθανοτήτων επιτυχίας της εξωσωματικής. Ενώ αποτελεί μία σχετικά παλιά γνώση τείνει συχνά να υποβαθμίζεται. Νεότερες μελέτες δείχνουν ότι πρέπει ακόμα και να αποτρέπουμε γυναίκες με πολύ αυξημένο βάρος να προχωρούν σε κάποια διαδικασία Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής πριν προσπαθήσουν πρώτα να χάσουν βάρος.
Όταν το επιτύχουν, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να έχουν μείνει έγκυες πριν μπουν στην διαδικασία της εξωσωματικής (αν δεν υφίσταται συγκεκριμένο μη θεραπεύσιμο αίτιο υπογονιμότητας), αλλά σε κάθε περίπτωση αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας και επιπλέον μπαίνουν με καλύτερες προϋποθέσεις στην εγκυμοσύνη. Με την πάροδο του χρόνου κερδίζουν χώρο στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή κι άλλες ουσίες. Μία από αυτές είναι η βιταμίνη D, μία σημαντική ουσία για πολλές λειτουργίες του οργανισμού. Νεότερες μελέτες δείχνουν ότι έχει σημαντικό ρόλο και στην επιτυχία της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Παρ' όλο που τα επίπεδα της σχετίζονται με την δράση της ηλιακής ενέργειας στο δέρμα, παρατηρούμε και στην ηλιόλουστη χώρα μας μεγάλο ποσοστό γυναικών με χαμηλά εώς ανεπαρκή επίπεδα βιταμίνης D.
Σιγά-σιγά αναδεικνύεται και ο ρόλος μιας άλλης ορμόνης, της μελατονίνης. Στα μειωμένα επίπεδα της οφείλονται τα χαμηλότερα ποσοστά σύλληψης που παρατηρούνται στις Σκανδιναβικές χώρες κατά τους χειμερινούς μήνες.
Συμπερασματικά, η σωστή ρύθμιση του ορμονικού προφίλ της μέλλουσας μητέρας όχι μόνο θα τη βοηθήσει να μπει με καλύτερες προϋποθέσεις σε μια προσπάθεια εξωσωματικής αλλά συχνά «ξεμπλοκάρει» με εντυπωσιακά απλό τρόπο τη διαδικασία της σύλληψης και δεν είναι λίγες οι φορές που το ζευγάρι επιτυγχάνει εγκυμοσύνη λίγο πριν από την εξωσωματική.