Τι είναι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα;
Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (endocannabinoid system) ή ενδογενές σύστημα κανναβινοειδών (endogenous cannabinoid system), το όνομά του οποίου προέρχεται από το φυτό που σχετίζεται με την ανακάλυψή του, είναι αναμφισβήτητα το πιο σημαντικό φυσιολογικό σύστημα του ανθρώπινου οργανισμού που είναι γνωστό ότι επηρεάζει την ευημερία μας.
www.endokrinologos-diavitologos.gr
Υπάρχουν ενδοκανναβινοειδή σε όλο μας το σώμα: στον εγκέφαλο, στα ζωτικά όργανα, στους συνδετικούς ιστούς, στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και των αδένων. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εκτελεί διάφορες λειτουργίες σε κάθε ιστό του σώματος, αλλά πάντα με τον ίδιο στόχο, αυτόν της διατήρησης ενός σταθερού εσωτερικού περιβάλλοντος παρά τις εξωτερικές διακυμάνσεις, μέσω της ομοιόστασης .
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι απαραίτητα για τη διαδικασία της ομοιόστασης σε κάθε τομέα της βιολογικής ζωής, τομείς που κυμαίνονται από τα κύτταρα μέχρι και τον ίδιο τον οργανισμό.
Ένα παράδειγμα από τις βασικές λειτουργίες των ενδοκανναβινοειδών είναι η αυτοφαγία.Αυτή είναι μια κυτταρική διαδικασία, επικουρούμενη από το ενδοκανναβινοειδές σύστημα, μέσω της οποίας το κύτταρο διαχωρίζει ένα τμήμα του περιεχομένου του για να αφομοιωθεί και να ανακυκλωθεί. Η διαδικασία αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της μακροζωίας του κυττάρου, του επιτρέπει να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ της σύνθεσης και υποβάθμισης και έχει κεντρικό ρόλο στον αγώνα κατά του καρκίνου, όπου αναγκάζουμε τα κακοήθη κύτταρα να τρώνε τον εαυτό τους. Η αφαίρεση των καρκινικών κυττάρων είναι ένα κρίσιμο μέρος της προώθησης της ομοιόστασης και της επιβίωσης του οργανισμού.
Τα ενδοκανναβινοειδή και τα κανναβινοειδή μπορούν επίσης να βρεθούν στα σημεία όπου τα συστήματα του σώματος συναντόνται, διευκολύνοντας την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών τύπων κυττάρων. Για παράδειγμα, γύρω από μια περιοχή τραυματισμού, τα κανναβινοειδή εκτελούν έναν ρόλο στην επιβράδυνση της απελευθέρωσης των ευαισθητοποιητών και των ενεργοποιητών, βοηθώντας να σταθεροποιηθούν τα κύτταρα των νεύρων για την πρόληψη της ενεργοποίησης τους και ηρεμώντας τα τοπικά ανοσοκύτταρα στο να αναστείλουν την απελευθέρωση ουσιών που προκαλούν φλεγμονή. Και οι τρεις λειτουργίες εξυπηρετούν ένα κεντρικό στόχο: να ελαχιστοποιηθεί η βλάβη και ο πόνος.
Υπό την έννοια αυτή, λόγω των περίπλοκων λειτουργιών του, τόσο στο ανοσοποιητικό όσο και στο νευρικό σύστημα, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι μια γέφυρα μεταξύ του μυαλού και του σώματος. Μέσα από τη μελέτη για το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα, θα αρχίσουμε να βλέπουμε έναν μηχανισμό στον πραγματικό κόσμο που θα δείχνει το πώς η κατάσταση της συνείδησης ενός ατόμου μπορεί να το οδηγήσει σε ασθένεια ή στην υγεία.
Καθώς μεσολαβούν στην κυτταρική ομοιόσταση, τα κανναβινοειδή μπορεί να έχουν επίδραση στο πώς βλέπουμε και αλληλεπιδρούμε με το εξωτερικό περιβάλλον. Είναι προφανές ότι κοινωνικά τα κανναβινοειδή μπορούν να αλλάξουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, σε πολλές περιπτώσεις, προωθούν ιδιότητες όπως το χιούμορ και η δημιουργικότητα, σε συνδυασμό με την επιθυμία να μοιραστούμε. Είναι πιθανό ότι επηρεάζοντας την νευρογένεση και την νευρωνική πλαστικότητα, τα κανναβινοειδή μπορούν επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου στο να είναι ανοιχτόμυαλο και να βγαίνει από τον περιορισμό των τρόπων σκέψης και τις παγιωμένες συνήθειες συμπεριφοράς. Και στον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο μας, η αλλαγή αυτών των βαθιά ριζωμένων προτύπων είναι απαραίτητη για την ευημερία.
Τι είναι οι υποδοχείς κανναβινοειδών;
Όλα τα είδη σπονδυλωτών, μαζί με τα καλαμάρια της θάλασσας και τα νηματώδη, έχουν κοινού τύπου ενδοκανναβινοειδές σύστημα, το οποίο είναι απαραίτητο για την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις δραματικές αλλαγές στο περιβάλλον. Μέσα από τη σύγκριση των γενετικών αλλαγών στους υποδοχείς κανναβινοειδών σε ένα ευρύ φάσμα από είδη του ζωικού βασιλείου, οι επιστήμονες ήταν σε θέση να εκτιμήσουν ότι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εξελίχθηκε αρχικά περίπου 600 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Υπήρξαν περίπου 20.000 άρθρα και μελέτες γραμμένες για τα κανναβινοειδή, έτσι ώστε θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι ήδη γνωρίζουμε όλα όσα υπάρχουν εκεί για να ξέρουμε, αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχουν μεγάλα κενά στις γνώσεις μας. Ειδικότερα, η κατανόηση του τρόπου που τα κανναβινοειδή, τα κύτταρα και τα άλλα συστήματα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, είναι ελλιπής.
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν υποδοχείς κανναβινοειδών στις κυτταρικές μεμβράνες σε όλο το σώμα και ότι μπορεί να υπάρχουν τόσοι πολλοί από αυτούς τους υποδοχείς που είναι περισσότεροι από οποιοδήποτε άλλο τύπο υποδοχέων. Όταν αυτοί οι υποδοχείς λαμβάνουν διέγερση, ένας αριθμός φυσιολογικών διεργασιών ενεργοποιούνται. Οι ερευνητές έχουν βρει μέχρι τώρα ένα ζεύγος από υποδοχείς κανναβινοειδών: τον CB1 οποίος βρίσκεται σε αδένες, συνδετικούς ιστούς, δομές νεύρων και στα όργανα και τον CB2 που είναι πιο κοινός στο ανοσοποιητικό σύστημα. Μερικοί ερευνητές έχουν σημειώσει, επίσης, ότι μπορεί να υπάρχει και ένας τρίτος υποδοχέας κανναβινοειδών που ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί.
Αυτοί οι υποδοχείς διεγείρονται από ουσίες που το σώμα μας παράγει με φυσικό τρόπο, οι οποίες ονομάζονται ενδοκανναβινοειδή. Η πιο γνωστή από αυτές τις χημικές ουσίες είναι ανανδαμίδη και 2-αραχιδονοϋλογλυκερόλη. Αυτά τα μόρια που παράγονται από παράγωγα του αραχιδονικού οξέος, και έχουν μια εντοπισμένη δράση, διαλύονται μετά από ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα από τις χημικές ουσίες λιπάση μονοακυλογλυκερόλης και υδρολάση αμιδίου λιπαρού οξέος.
Τα φυτοκανναβινοειδή (phytocannabinoids) είναι χημικές ουσίες που βρίσκονται στα φυτά και είναι γνωστό ότι εργάζονται σε υποδοχείς κανναβινοειδών. Η πιο γνωστή από αυτές τις ουσίες είναι η δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη ή THC , αλλά οι ερευνητές ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο και για άλλες ουσίες, όπως η κανναβιδιόλη και κανναβιόλη για τις δυνατότητές τους στην προώθηση της ευημερίας. Τα περισσότερα από αυτά τα φυτοκανναβινοειδή έχουν ληφθεί από το φυτό της κάνναβης , αλλά μη ψυχοδραστικά κανναβινοειδή έχουν βρεθεί και σε άλλα βότανα, συμπεριλαμβανομένης και της echinacea purpura.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το ίδιο το φυτό της κάνναβης χρησιμοποιεί τα κανναβινοειδή που παράγει, συμπεριλαμβανομένης και της THC, για να καταπολεμήσει τις ασθένειες που το προσβάλλουν και για να διατηρήσει την ίδια του την υγεία. Τα κανναβινοειδή έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες και αυτές βοηθούν στη διαφύλαξη της δομής των φυτών από την υπεριώδη ακτινοβολία, εξουδετερώνοντας τις ελεύθερες ρίζες που παράγονται από τις ακτίνες UV. Είναι γνωστό ότι οι ελεύθερες ρίζες προωθούν την γήρανση, τον καρκίνο και την κακή ανάκτηση από ασθένεια στον άνθρωπο και τα αντιοξειδωτικά που περιέχονται σε ορισμένα φυτά έχουν θεωρηθεί εδώ και καιρό ένα χρήσιμο φυσικό συμπλήρωμα στον αγώνα για την πρόληψη των ελεύθερων ριζών.
Είναι επίσης δυνατή η παραγωγή κανναβινοειδών σε ένα εργαστήριο. Η ναμπιλόνη, ένα ανάλογο της THC, και η , μια μορφή συνθετικής THC, έχουν και οι δύο εγκριθεί από την FDA για χρήση στη θεραπεία της ναυτίας. Οι γιατροί έχουν βρει επίσης ότι αυτά τα φάρμακα είναι χρήσιμα στη θεραπεία καταστάσεων όπως οι ημικρανίες και ο χρόνιος πόνος. Ένα ευρύ φάσμα από συνθετικά κανναβινοειδή ερευνώνται σήμερα σε μελέτες πάνω σε ζώα, μερικά από τα οποία έχουν μια δραστικότητα 600 φορές μεγαλύτερη από αυτήν της THC.
Η κάνναβη, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα και η καλή υγεία
Η επιστήμη των κανναβινοειδών συνεχίζει να κάνει συναρπαστικές ανακαλύψεις, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: ένα αποτελεσματικό σύστημα ενδοκανναβινοειδών είναι ένα ουσιαστικό συστατικό για την ευημερία μας. Έτσι λοιπόν το ερώτημα που τίθεται είναι για το αν είναι δυνατό για μας να ενισχύσουμε ή να επηρεάσουμε το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα μέσα από την λήψη συμπληρωμάτων κάνναβης ή κανναβινοειδών; Μπορεί, άραγε, η κάνναβη να μας βοηθήσει να αποκρούσουμε τις ασθένειες και να εξασφαλίσουμε μια καλή υγεία μέσω της διέγερσης ενός αρχαίου, πολυδαίδαλου συστήματος που υπάρχει μέσα μας;
Υπάρχει έρευνα που δείχνει ότι οι μικρές δόσεις κανναβινοειδών που παίρνουμε από την κάνναβη μπορεί να προκαλέσουν παραγωγή από το ενδοκανναβινοειδές σύστημα του σώματος και να οδηγήσουν στη δημιουργία περισσότερων υποδοχέων κανναβινοειδών. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στο να εξηγηθεί το γιατί οι χρήστες κάνναβης συχνά δεν βιώνουν κάποιες επιδράσεις παρά μόνο μετά από δύο με τρία χρόνια χρήσης, καθώς το σώμα χρειάζεται χρόνο για να χτίσει επαρκείς σε αριθμό υποδοχείς κανναβινοειδών. Μια αύξηση των υποδοχέων αυξάνει και την ευαισθησία του ατόμου στα κανναβινοειδή, δίνοντας στο άτομο ένα υψηλότερο σημείο αναφοράς για την διέγερση του ενδοκανναβινοειδούς του συστήματος.
Άποψη μου είναι ότι η τακτική, σε μικρές δόσεις λήψη κάνναβης μπορεί να λειτουργήσει ως ένα τονωτικό για αυτό το ουσιαστικό ενδοθεραπευτικό μας σύστημα.
Σε αντίθεση με τα συνθετικά παράγωγα της κάνναβης, τα φυτικά έκδοχα μπορεί να περιέχουν πάνω από 100 κανναβινοειδή, τα οποία αλληλεπιδρούν συνεργικά, παράγοντας λιγότερες παρενέργειες από ότι θα είχε μόνη της η απομονωμένη THC. Τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από την επιστήμη και από τους χρήστες δείχνουν σαφώς ότι η φυτική κάνναβη μπορεί να υπερηφανεύεται για ανώτερη ποιότητα από αυτά που παράγονται συνθετικά στο εργαστήριο ως εναλλακτική λύση.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η τροφοδότηση του ενδοκανναβινοειδούς μας συστήματος είναι ένας καλός τρόπος για την προώθηση της ευημερίας και της καθημερινής υγείας!
Στο μέλλον, ίσως και σε 20 χρόνια από τώρα, τα φάρμακα με βάση την κάνναβη θα έχουν εξέχουσα θέση στην παγκόσμια φαρμακοποιία και πάλι. Πράγματι, θα μπορούσαμε να έχουμε φτάσει εκεί ακόμη και πολύ πιο γρήγορα, αν δεν ήταν σε ισχύ η δρακόντεια παρέμβαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Μέχρι σήμερα, αυτή η παρέμβαση εξακολουθεί να μπλοκάρει τους ερευνητές από το να έχουν πρόσβαση στην κάνναβη για να διεξάγουν μελέτες. Αμέτρητες χιλιάδες ανθρώπων έχουν πεθάνει υποφέροντας και πολλά περισσότερα εκατομμύρια εξακολουθούν να στερούνται την πρόσβαση σε φάρμακα φυτικής προέλευσης που θα μπορούσαν όχι μόνο να μετριάσουν τη δυστυχία τους, αλλά και, ενδεχομένως, ακόμη και να βοηθήσουν και στην θεραπεία τους.
Τα φάρμακα κάνναβης λειτουργούν τόσο αποτελεσματικά λόγω του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος, ΕΚΣ (endocannabinoid system, ECS), που είναι παρόν σε όλους τους ανθρώπους και σε πολλά ζώα. Το σύστημα αυτό αποτελείται από μια σειρά από υποδοχείς που έχουν ρυθμιστεί έτσι ώστε να δέχονται μόνο κανναβινοειδή, ειδικά την τετραϋδροκανναβινόλη και την κανναβιδιόλη . Δεν υπάρχει αρκετή έρευνα που να έχει γίνει για τα άλλα κανναβινοειδή, όπως η κανναβινόλη (CBN) και η cannabigerol καθώς και σε πολλά άλλα (υπάρχουν πάνω από 85 κανναβινοειδή που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι τώρα), ώστε να γνωρίζουμε πολλά για τους μηχανισμούς δράσης τους.
Αυτό το σύστημα, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της φυσιολογίας μας, ανακαλύφθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 από τον Ισραηλινό ερευνητή Dr. Ralph Mechoulam, ο οποίος κατέγραψε επίσης και την THC ως το κύριο δραστικό συστατικό της κάνναβης στις αρχές του 1960. Το Ισραήλ υπήρξε ένα από τα πιο προοδευτικά έθνη πάνω στην έρευνα της κάνναβης και διαθέτει σήμερα ένα από τα πιο προηγμένα προγράμματα ιατρικής κάνναβης στον κόσμο (Πρόσφατα μάλιστα προχώρησε και στην διαδικασία αποποινικοποίησης της χρήσης κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς. Πρόκειται για έναν διεθνή ηγέτη πάνω στην προηγμένη τεχνολογία θερμοκηπίου και παράγει άνθη με 20 τοις εκατό ή και περισσότερο, περιεκτικότητα σε THC.
Η έρευνα του Dr. Μechoulam που τελικά άλλαξε τον κόσμο, ανακάλυψε δύο κύριους υποδοχείς κανναβινοειδών, τον CB1 και τον CB2, που αποτελούν σημεία κλειδιά τόσο για τα ενδοκανναβινοειδή που το σώμα μας παράγει με φυσικό τρόπο όσο και για τα φυτοκανναβινοειδή (δηλ. τα κανναβινοειδή φυτικής προέλευσης), όπως η THC και η CBD. Οι οργανισμοί μας στην πραγματικότητα παράγουν ενδοκανναβινοειδή με ένα παρόμοιο μηχανισμό που το σώμα μας παράγει φυσικές ναρκωτικές ουσίες, όπως πχ. τις ενδορφίνες . Συνθετικά κανναβινοειδή, όπως αυτά που υπάρχουν στο Marinol, επίσης συνδυάζονται με τους υποδοχείς, αλλά δεν λειτουργούν τόσο αποτελεσματικά όσο τα φυσικά.
Αυτή η έρευνα του Dr. Μechoulam είχε μικρή απήχηση όταν δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά καθώς ολόκληρος ο κόσμος ήταν ακόμα τυλιγμένος σε μια τρέλα σχετικά με τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών. Ένας διακεκριμένος επιστήμονας ανακαλύπτει ότι οι οργανισμοί μας δεν έχουν μόνο υποδοχείς για τα κανναβινοειδή, αλλά και ότι οι οργανισμοί μας τα παράγουν εσωτερικά. Το επόμενο βήμα ήταν να καταλάβουμε το πώς αυτό επηρεάζει τη λειτουργία του σώματός μας.
Οι υποδοχείς CB1 που βρέθηκαν κυρίως στον εγκέφαλο, αν και είναι παρών και στα αρσενικά και θηλυκά αναπαραγωγικά όργανα. Η τρέχουσα έρευνα δείχνει ότι η THC κλειδώνει ειδικά με τον υποδοχέα CB1. Ως εκ τούτου, είναι υπεύθυνη για την αίσθηση της μέθης που είναι και η πιο γνωστή πτυχή της κάνναβης. Από θεραπευτική άποψη, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα είναι ότι διαμορφώνει και μετριάζει την αντίληψη του πόνου. Για παράδειγμα, αν αγγίξουμε με ένα δάχτυλό μας μια καυτή σόμπα θα σταλεί ένας ηλεκτρικός παλμός που θα πάει από το δάχτυλο προς τον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλος απαντά, “ωχ, ζεστό” και τραβάμε το δάχτυλο μας μακριά.
Το ότι η THC μετριάζει τον πόνο, δεν σημαίνει ότι αφήνουμε το δάχτυλό μας πάνω στην σόμπα, αλλά ότι η ένταση της οδυνηρής αίσθησης του καψίματος μειώνεται όταν η THC είναι παρούσα στους υποδοχείς CB1. Αυτός ο μηχανισμός δράσης είναι ο λόγος που τα πλούσια σε THC φάρμακα είναι τόσο περιζήτητα από τους ανθρώπους με έντονα θέματα πόνου. Η κάνναβη και τα ναρκωτικά είναι επίσης συν-αγωνιστές, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε ένα από αυτά μεγεθύνει την επίδραση του άλλου. Αυτό επιτρέπει στους ανθρώπους να λαμβάνουν χαμηλότερες δόσεις να εξακολουθούν να έχουν αποτελέσματα.
Επιπλέον, οι CB1 υποδοχείς δεν είναι παρόντες στο τμήμα του εγκεφάλου που ρυθμίζει την καρδιακή συχνότητα και την αναπνοή, έτσι σε αντίθεση με τα ναρκωτικά, δεν υπάρχει κάποια θανατηφόρα δόση για την THC, επιτρέποντας σε κάποιον να καταναλώνει όσο χρειάζεται για να έχει τα ανακουφιστικά της αποτελέσματα.
Οι υποδοχείς CB2 βρίσκονται κυρίως στο ανοσοποιητικό σύστημα με την υψηλότερη συγκέντρωση τους να εντοπίζεται στην σπλήνα. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι υποδοχείς θα μπορούσαν επίσης να είναι παρόντες σε μικρά τμήματα των βασικών γαγγλίων του εγκεφάλου ή σε δεσμίδες νεύρων. Και πάλι, η έλλειψη ολοκληρωμένης έρευνας μας έχει αφήσει χωρίς τη απαραίτητη γνώση που θα έπρεπε να είναι ευρέως διαθέσιμη για να προχωρήσουμε παραπέρα.
Οι υποδοχείς CB2 κλειδώνουν με την CBD και λειτουργούν ως ένας αντι-φλεγμονώδης παράγοντας. Οι ανοσο-τονωτικές λειτουργίες του CB2 έχουν πολύ λίγο γίνει κατανοητές καθώς η έρευνα για την CBD μόλις τώρα ξεκινά. Έχουν περάσει μόνο περίπου πέντε χρόνια από τότε που η CBD επανεμφανίστηκε στην ιατρική σκηνή της κάνναβης και ταυτίστηκε με τα Steephill Labs. Τα οφέλη των πλούσιων-σε-CBD σκευασμάτων, με τις αντι-σπασμωδικές ιδιότητες τους, είναι μία από τις πιο συναρπαστικές και ελπιδοφόρες περιοχές της ιατρικής έρευνας στην κάνναβη που τρέχει σήμερα. Ένα από τα άλλα αποτελέσματα της CBD είναι ότι μετριάζει τις επιπτώσεις της THC. Κυριολεκτικά πετάει την THC έξω από τον CB1 υποδοχέα, έτσι ώστε αν κάποιος βιώνει μια THC δηλητηρίαση, μια ισχυρή δόση CBD μπορεί να αντισταθμίσει αυτές τις επιπτώσεις. Το μέλλον των πλούσιων-σε-CBD φαρμάκων είναι σχεδόν απεριόριστο. Πράγματι, έχουμε μόλις ξύσει λίγο από την επιφάνεια του πλανήτη που ονομάζεται κάνναβη.
Η THC και η CBD είναι τα δύο κύρια κανναβινοειδή πάνω στα οποία επικεντρωνόμαστε, ωστόσο υπάρχουν δεκάδες και ίσως εκατοντάδες περισσότερα. Μερικά από αυτά που έχουν ταυτοποιηθεί και μελετηθεί περιλαμβάνουν την CBG, η οποία συνδέεται τόσο στους CB1 όσο και στους CB2 υποδοχείς και είναι ένας ανταγωνιστής για τον CB1, που σημαίνει ότι μετριάζει τα αποτελέσματα της THC. Η cannabichromene (CBC) είναι μη ψυχοδραστική και έχει τόσο αντι-φλεγμονώδεις όσο και αναλγητικές ιδιότητες. Η cannabinol (CBN) είναι ένας μεταβολίτης της THC. Για το λόγο αυτό, σπανίζει στην φρέσκια κάνναβη και είναι μόνο ελαφρώς ψυχοδραστική, έχοντας ως επί το πλείστον μια επίδραση νυσταγμού. Η tetrahydrocannabivarin (THCV)είναι ένα άλλο κανναβινοειδές που βρίσκονται συνήθως στα στελέχη του φυτού που ευδοκιμούν στην κεντρική Ασία και στην Νότια Αφρική, που επίσης δρα ως ανταγωνιστής της THC. Υπάρχουν πολλά περισσότερα κανναβινοειδή από όσα μπορούμε να αναφέρουμε εδώ και όλα έχουν τη δυνατότητα να είναι σημαντικότατα όπως φαίνεται να είναι και η CBD.
Το γεγονός ότι υπάρχει ένα σύστημα στο σώμα μας που παράγει κανναβινοειδή και είναι και ειδικά σχεδιασμένο για να δεχτεί μόνο αυτά, θα πρέπει να είναι η συντριπτική απόδειξη της αποτελεσματικότητας της κάνναβης ως φάρμακο. Από τις επιδράσεις κατευνασμού του πόνου της THC, στις αντι-σπασμωδικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της CBD, έχουμε απλώς μόνο ξύσει την επιφάνεια ενός τεράστιου κόσμου δυνατοτήτων. Οι άνθρωποι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τα οφέλη αυτών των φαρμάκων καθώς όλο και περισσότεροι ερευνητές διερευνούν τις άπειρες δυνατότητες που ενυπάρχουν σε αυτό το φαινομενικά απλό φυτό. Οι μελλοντικές γενιές θα κοιτάξουν κάποια στιγμή πίσω στον χρόνο και θα αναρωτιούνται γιατί μας πήρε τόσο καιρό να το καταλάβουμε.
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι λιπαρές ουσίες ή έλαια σε μικροσκοπικές ποσότητες που αλληλεπιδρούν ή προσδένονται με τους υποδοχείς κανναβινοειδών.
Οι υποδοχείς κανναβινοειδών είναι μεμβράνες των κυττάρων του σώματός μας που επιτρέπουν τα σήματα να περάσουν εντός και εκτός. Υπάρχουν οι CB1 και οι CB2 υποδοχείς στο κεντρικό νευρικό σύστημα και οι CB2 υποδοχείς στο ανοσοποιητικό και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι επιστήμονες έχουν πει ότι υπάρχει και ένας υποδοχέας CB3 αλλά αυτό εξακολουθεί να είναι μόνο στην θεωρία επί του παρόντος.
Τα ένζυμα είναι υπεύθυνα για την παραγωγή και τη διάθεση των ενδοκανναβινοειδών.
Το σώμα μας παράγει ενδοκανναβινοειδή προκειμένου να περάσει τα μηνύματα σχετικά με λειτουργίες όπως ο πόνος, η φλεγμονή, η μνήμη, η όρεξη και η διάθεση.
Η CBD είναι ένα φυτοκανναβιδοειδές, δηλαδή πρόκειται για ουσία που προέρχεται από ένα φυτό και που αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς κανναβινοειδών που υπάρχουν στο σώμα μας. Τα περισσότερα φυτοκανναβινοειδή είναι από το φυτό της κάνναβης, αν και μερικά άλλα φυτά, όπως η echinacea και το κακάο περιέχουν επίσης ουσίες που μοιάζουν με τα κανναβινοειδή.
Έτσι η CBD και τα άλλα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να επηρεάσουν το σώμα μας με τον ίδιο τρόπο όπως το επηρεάζουν και τα ενδοκανναβινοειδή. Η επιστήμη δεν είναι ακόμη σαφής στο κατά πόσον τα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να αντικαταστήσουν ή να υποκαταστήσουν τα ενδοκανναβινοειδή, αλλά φαίνεται λογικό να μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Να θυμάστε όμως ότι όταν χορηγείται CBD (πχ. από το στόμα), ακόμη και σε μικρές δόσεις, αυτή η ποσότητα είναι μαζικά μεγαλύτερη από τις μικροσκοπικές ποσότητες των ενδοκανναβινοειδών.
Στη θεωρία, στη συνέχεια (και από την πραγματική εμπειρία), τα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να επηρεάσουν τον πόνο, την φλεγμονή, την μνήμη, την όρεξη και τη διάθεση. Να θυμάστε όμως ότι το αποτέλεσμα μπορεί να λειτουργήσει αμφίδρομα (δηλ. είτε μειώνοντας είτε αυξάνοντας το μέγεθος). Για παράδειγμα, οι επιστήμονες εργάζονται σκληρά για να ερευνήσουν το πώς τα κανναβινοειδή μπορούν να μειώσουν αντί να αυξήσουν τον πόνο και τη φλεγμονή και να έχουν ευεργετική επίδραση στη μνήμη και τη διάθεσή μας.
Έτσι είναι αρκετά σαφές ότι το ενδοκανναβινοειδές σύστημά μας είναι πολύ σημαντικό για την υγεία και την ευημερία μας. Όλα και τα πιο αξιόλογα από αυτά ανακαλύφθηκαν μόλις το 1988, από έναν ισραηλινό επιστήμονα που ονομάζεται Raphael Mechoulam και 30 χρόνια μετά, οι περισσότεροι γιατροί συνεχίζουν να μην λαμβάνουν καμία εκπαίδευση σε όλο αυτό. Οι ιατρικές σχολές έχουν ακόμη πολύ δρόμο για να καλύψουν το κενό πάνω σε αυτό το κομμάτι της επιστήμης.
Το πόσο σημαντικό είναι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα το έχει επίσης εκφράσει και ο Dr. David Allen, ένας διαπρεπής καρδιοχειρουργός και καρδιολόγος. Ο ίδιος το περιγράφει ως την πιο σημαντική ανακάλυψη στον τομέα της ιατρικής από την εφεύρεση της τεχνικής της αποστειρωμένης χειρουργικής επέμβασης.
Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα αναφέρεται σε μια ομάδα νευροτροποποιητικών λιπιδίων και υποδοχέων που εμπλέκονται σε μία ποικιλία φυσιολογικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένων αυτών της όρεξης, της αίσθησης του πόνου, της διάθεσης και της μνήμης, διαμεσολαβεί τις ψυχοδραστικές επιδράσεις της κάνναβης και, σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνει:
- Τους υποδοχείς κανναβινοειδών CB1 και CB2, δύο G υποδοχείς συζευγμένων με πρωτεΐνη που βρίσκονται στο κεντρικό και στο περιφερικό νευρικό σύστημα, αντίστοιχα.
- Τα ενδογενή λιπίδια αραχιδονικής βάσης, του ανανδαμιδίου (Ν-arachidonoylethanolamide, ΑΕΑ) και της 2-αραχιδονοϋλογλυκερόλης (2-AG), γνωστά και ως “ενδοκανναβινοειδή”, που είναι φυσιολογικοί συνδέτες για τους υποδοχείς κανναβινοειδών.
- Τα ένζυμα που συνθέτουν και υποβαθμίζουν τα ενδοκανναβινοειδή. Αντίθετα με τους παραδοσιακούς νευροδιαβιβαστές, τα ενδογενή κανναβινοειδή δεν αποθηκεύονται σε κυστίδια μετά την σύνθεση, αλλά συντίθενται σε πρώτη ζήτηση (Rodriguez de Fonseca et al., 2004).
Ωστόσο, ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι μπορεί να υπάρχει μια δεξαμενή συντεθημένων ενδοκανναβινοειδών (δηλαδή, 2-AG) χωρίς την απαίτηση της σε πρώτη ζήτηση σύνθεσης τους.
Υπάρχουν ενδοκανναβινοειδή σε όλο μας το σώμα: στον εγκέφαλο, στα ζωτικά όργανα, στους συνδετικούς ιστούς, στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και των αδένων. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εκτελεί διάφορες λειτουργίες σε κάθε ιστό του σώματος, αλλά πάντα με τον ίδιο στόχο, αυτόν της διατήρησης ενός σταθερού εσωτερικού περιβάλλοντος παρά τις εξωτερικές διακυμάνσεις, μέσω της ομοιόστασης .
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι απαραίτητα για τη διαδικασία της ομοιόστασης σε κάθε τομέα της βιολογικής ζωής, τομείς που κυμαίνονται από τα κύτταρα μέχρι και τον ίδιο τον οργανισμό.
Ένα παράδειγμα από τις βασικές λειτουργίες των ενδοκανναβινοειδών είναι η αυτοφαγία.Αυτή είναι μια κυτταρική διαδικασία, επικουρούμενη από το ενδοκανναβινοειδές σύστημα, μέσω της οποίας το κύτταρο διαχωρίζει ένα τμήμα του περιεχομένου του για να αφομοιωθεί και να ανακυκλωθεί. Η διαδικασία αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της μακροζωίας του κυττάρου, του επιτρέπει να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ της σύνθεσης και υποβάθμισης και έχει κεντρικό ρόλο στον αγώνα κατά του καρκίνου, όπου αναγκάζουμε τα κακοήθη κύτταρα να τρώνε τον εαυτό τους. Η αφαίρεση των καρκινικών κυττάρων είναι ένα κρίσιμο μέρος της προώθησης της ομοιόστασης και της επιβίωσης του οργανισμού.
Τα ενδοκανναβινοειδή και τα κανναβινοειδή μπορούν επίσης να βρεθούν στα σημεία όπου τα συστήματα του σώματος συναντόνται, διευκολύνοντας την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών τύπων κυττάρων. Για παράδειγμα, γύρω από μια περιοχή τραυματισμού, τα κανναβινοειδή εκτελούν έναν ρόλο στην επιβράδυνση της απελευθέρωσης των ευαισθητοποιητών και των ενεργοποιητών, βοηθώντας να σταθεροποιηθούν τα κύτταρα των νεύρων για την πρόληψη της ενεργοποίησης τους και ηρεμώντας τα τοπικά ανοσοκύτταρα στο να αναστείλουν την απελευθέρωση ουσιών που προκαλούν φλεγμονή.
Και οι τρεις λειτουργίες εξυπηρετούν ένα κεντρικό στόχο: να ελαχιστοποιηθεί η βλάβη και ο πόνος.
Υπό την έννοια αυτή, λόγω των περίπλοκων λειτουργιών του, τόσο στο ανοσοποιητικό όσο και στο νευρικό σύστημα, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι μια γέφυρα μεταξύ του μυαλού και του σώματος. Μέσα από τη μελέτη για το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα, θα αρχίσουμε να βλέπουμε έναν μηχανισμό στον πραγματικό κόσμο που θα δείχνει το πώς η κατάσταση της συνείδησης ενός ατόμου μπορεί να το οδηγήσει σε ασθένεια ή στην υγεία.
Καθώς μεσολαβούν στην κυτταρική ομοιόσταση, τα κανναβινοειδή μπορεί να έχουν επίδραση στο πώς βλέπουμε και αλληλεπιδρούμε με το εξωτερικό περιβάλλον. Είναι προφανές ότι κοινωνικά τα κανναβινοειδή μπορούν να αλλάξουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, σε πολλές περιπτώσεις, προωθούν ιδιότητες όπως το χιούμορ και η δημιουργικότητα, σε συνδυασμό με την επιθυμία να μοιραστούμε. Είναι πιθανό ότι επηρεάζοντας την νευρογένεση και την νευρωνική πλαστικότητα, τα κανναβινοειδή μπορούν επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου στο να είναι ανοιχτόμυαλο και να βγαίνει από τον περιορισμό των τρόπων σκέψης και τις παγιωμένες συνήθειες συμπεριφοράς. Και στον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο μας, η αλλαγή αυτών των βαθιά ριζωμένων προτύπων είναι απαραίτητη για την ευημερία.
Τι είναι οι υποδοχείς κανναβινοειδών;
Όλα τα είδη σπονδυλωτών, μαζί με τα καλαμάρια της θάλασσας και τα νηματώδη, έχουν κοινού τύπου ενδοκανναβινοειδές σύστημα, το οποίο είναι απαραίτητο για την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις δραματικές αλλαγές στο περιβάλλον. Μέσα από τη σύγκριση των γενετικών αλλαγών στους υποδοχείς κανναβινοειδών σε ένα ευρύ φάσμα από είδη του ζωικού βασιλείου, οι επιστήμονες ήταν σε θέση να εκτιμήσουν ότι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εξελίχθηκε αρχικά περίπου 600 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Υπήρξαν περίπου 20.000 άρθρα και μελέτες γραμμένες για τα κανναβινοειδή, έτσι ώστε θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι ήδη γνωρίζουμε όλα όσα υπάρχουν εκεί για να ξέρουμε, αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχουν μεγάλα κενά στις γνώσεις μας. Ειδικότερα, η κατανόηση του τρόπου που τα κανναβινοειδή, τα κύτταρα και τα άλλα συστήματα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, είναι ελλιπής.
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν υποδοχείς κανναβινοειδών στις κυτταρικές μεμβράνες σε όλο το σώμα και ότι μπορεί να υπάρχουν τόσοι πολλοί από αυτούς τους υποδοχείς που είναι περισσότεροι από οποιοδήποτε άλλο τύπο υποδοχέων. Όταν αυτοί οι υποδοχείς λαμβάνουν διέγερση, ένας αριθμός φυσιολογικών διεργασιών ενεργοποιούνται. Οι ερευνητές έχουν βρει μέχρι τώρα ένα ζεύγος από υποδοχείς κανναβινοειδών: τον CB1 οποίος βρίσκεται σε αδένες, συνδετικούς ιστούς, δομές νεύρων και στα όργανα και τον CB2 που είναι πιο κοινός στο ανοσοποιητικό σύστημα. Μερικοί ερευνητές έχουν σημειώσει, επίσης, ότι μπορεί να υπάρχει και ένας τρίτος υποδοχέας κανναβινοειδών που ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί.
Αυτοί οι υποδοχείς διεγείρονται από ουσίες που το σώμα μας παράγει με φυσικό τρόπο, οι οποίες ονομάζονται ενδοκανναβινοειδή. Η πιο γνωστή από αυτές τις χημικές ουσίες είναι ανανδαμίδη και 2-αραχιδονοϋλογλυκερόλη. Αυτά τα μόρια που παράγονται από παράγωγα του αραχιδονικού οξέος, και έχουν μια εντοπισμένη δράση, διαλύονται μετά από ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα από τις χημικές ουσίες λιπάση μονοακυλογλυκερόλης και υδρολάση αμιδίου λιπαρού οξέος.
Τα φυτοκανναβινοειδή (phytocannabinoids) είναι χημικές ουσίες που βρίσκονται στα φυτά και είναι γνωστό ότι εργάζονται σε υποδοχείς κανναβινοειδών. Η πιο γνωστή από αυτές τις ουσίες είναι η δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη ή THC , αλλά οι ερευνητές ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο και για άλλες ουσίες, όπως η κανναβιδιόλη και κανναβιόλη για τις δυνατότητές τους στην προώθηση της ευημερίας. Τα περισσότερα από αυτά τα φυτοκανναβινοειδή έχουν ληφθεί από το φυτό της κάνναβης , αλλά μη ψυχοδραστικά κανναβινοειδή έχουν βρεθεί και σε άλλα βότανα, συμπεριλαμβανομένης και της echinacea purpura.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το ίδιο το φυτό της κάνναβης χρησιμοποιεί τα κανναβινοειδή που παράγει, συμπεριλαμβανομένης και της THC, για να καταπολεμήσει τις ασθένειες που το προσβάλλουν και για να διατηρήσει την ίδια του την υγεία. Τα κανναβινοειδή έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες και αυτές βοηθούν στη διαφύλαξη της δομής των φυτών από την υπεριώδη ακτινοβολία, εξουδετερώνοντας τις ελεύθερες ρίζες που παράγονται από τις ακτίνες UV. Είναι γνωστό ότι οι ελεύθερες ρίζες προωθούν την γήρανση, τον καρκίνο και την κακή ανάκτηση από ασθένεια στον άνθρωπο και τα αντιοξειδωτικά που περιέχονται σε ορισμένα φυτά έχουν θεωρηθεί εδώ και καιρό ένα χρήσιμο φυσικό συμπλήρωμα στον αγώνα για την πρόληψη των ελεύθερων ριζών.
Είναι επίσης δυνατή η παραγωγή κανναβινοειδών σε ένα εργαστήριο. Η ναμπιλόνη, ένα ανάλογο της THC, και η , μια μορφή συνθετικής THC, έχουν και οι δύο εγκριθεί από την FDA για χρήση στη θεραπεία της ναυτίας. Οι γιατροί έχουν βρει επίσης ότι αυτά τα φάρμακα είναι χρήσιμα στη θεραπεία καταστάσεων όπως οι ημικρανίες και ο χρόνιος πόνος. Ένα ευρύ φάσμα από συνθετικά κανναβινοειδή ερευνώνται σήμερα σε μελέτες πάνω σε ζώα, μερικά από τα οποία έχουν μια δραστικότητα 600 φορές μεγαλύτερη από αυτήν της THC.
Η κάνναβη, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα και η καλή υγεία
Η επιστήμη των κανναβινοειδών συνεχίζει να κάνει συναρπαστικές ανακαλύψεις, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: ένα αποτελεσματικό σύστημα ενδοκανναβινοειδών είναι ένα ουσιαστικό συστατικό για την ευημερία μας. Έτσι λοιπόν το ερώτημα που τίθεται είναι για το αν είναι δυνατό για μας να ενισχύσουμε ή να επηρεάσουμε το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα μέσα από την λήψη συμπληρωμάτων κάνναβης ή κανναβινοειδών; Μπορεί, άραγε, η κάνναβη να μας βοηθήσει να αποκρούσουμε τις ασθένειες και να εξασφαλίσουμε μια καλή υγεία μέσω της διέγερσης ενός αρχαίου, πολυδαίδαλου συστήματος που υπάρχει μέσα μας;
Υπάρχει έρευνα που δείχνει ότι οι μικρές δόσεις κανναβινοειδών που παίρνουμε από την κάνναβη μπορεί να προκαλέσουν παραγωγή από το ενδοκανναβινοειδές σύστημα του σώματος και να οδηγήσουν στη δημιουργία περισσότερων υποδοχέων κανναβινοειδών. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στο να εξηγηθεί το γιατί οι χρήστες κάνναβης συχνά δεν βιώνουν κάποιες επιδράσεις παρά μόνο μετά από δύο με τρία χρόνια χρήσης, καθώς το σώμα χρειάζεται χρόνο για να χτίσει επαρκείς σε αριθμό υποδοχείς κανναβινοειδών. Μια αύξηση των υποδοχέων αυξάνει και την ευαισθησία του ατόμου στα κανναβινοειδή, δίνοντας στο άτομο ένα υψηλότερο σημείο αναφοράς για την διέγερση του ενδοκανναβινοειδούς του συστήματος. Είναι πεποίθησή μου ότι η τακτική, σε μικρές δόσεις λήψη κάνναβης μπορεί να λειτουργήσει ως ένα τονωτικό για αυτό το ουσιαστικό ενδοθεραπευτικό μας σύστημα.
Σε αντίθεση με τα συνθετικά παράγωγα της κάνναβης, τα φυτικά έκδοχα μπορεί να περιέχουν πάνω από 100 κανναβινοειδή, τα οποία αλληλεπιδρούν συνεργικά, παράγοντας λιγότερες παρενέργειες από ότι θα είχε μόνη της η απομονωμένη THC. Τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από την επιστήμη και από τους χρήστες δείχνουν σαφώς ότι η φυτική κάνναβη μπορεί να υπερηφανεύεται για ανώτερη ποιότητα από αυτά που παράγονται συνθετικά στο εργαστήριο ως εναλλακτική λύση.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η τροφοδότηση του ενδοκανναβινοειδούς μας συστήματος είναι ένας καλός τρόπος για την προώθηση της ευημερίας και της καθημερινής υγείας!
Στο μέλλον, ίσως και σε 20 χρόνια από τώρα, τα φάρμακα με βάση την κάνναβη θα έχουν εξέχουσα θέση στην παγκόσμια φαρμακοποιία και πάλι. Πράγματι, θα μπορούσαμε να έχουμε φτάσει εκεί ακόμη και πολύ πιο γρήγορα, αν δεν ήταν σε ισχύ η δρακόντεια παρέμβαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Μέχρι σήμερα, αυτή η παρέμβαση εξακολουθεί να μπλοκάρει τους ερευνητές από το να έχουν πρόσβαση στην κάνναβη για να διεξάγουν μελέτες. Αμέτρητες χιλιάδες ανθρώπων έχουν πεθάνει υποφέροντας και πολλά περισσότερα εκατομμύρια εξακολουθούν να στερούνται την πρόσβαση σε φάρμακα φυτικής προέλευσης που θα μπορούσαν όχι μόνο να μετριάσουν τη δυστυχία τους, αλλά και, ενδεχομένως, ακόμη και να βοηθήσουν και στην θεραπεία τους.
Τα φάρμακα κάνναβης λειτουργούν τόσο αποτελεσματικά λόγω του ενδοκανναβινοειδούς συστήματος, ΕΚΣ (endocannabinoid system, ECS), που είναι παρόν σε όλους τους ανθρώπους και σε πολλά ζώα. Το σύστημα αυτό αποτελείται από μια σειρά από υποδοχείς που έχουν ρυθμιστεί έτσι ώστε να δέχονται μόνο κανναβινοειδή, ειδικά την τετραϋδροκανναβινόλη και την κανναβιδιόλη . Δεν υπάρχει αρκετή έρευνα που να έχει γίνει για τα άλλα κανναβινοειδή, όπως η κανναβινόλη (CBN) και η cannabigerol καθώς και σε πολλά άλλα (υπάρχουν πάνω από 85 κανναβινοειδή που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι τώρα), ώστε να γνωρίζουμε πολλά για τους μηχανισμούς δράσης τους.
Αυτό το σύστημα, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της φυσιολογίας μας, ανακαλύφθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 από τον Ισραηλινό ερευνητή Dr. Ralph Mechoulam, ο οποίος κατέγραψε επίσης και την THC ως το κύριο δραστικό συστατικό της κάνναβης στις αρχές του 1960. Το Ισραήλ υπήρξε ένα από τα πιο προοδευτικά έθνη πάνω στην έρευνα της κάνναβης και διαθέτει σήμερα ένα από τα πιο προηγμένα προγράμματα ιατρικής κάνναβης στον κόσμο (Πρόσφατα μάλιστα προχώρησε και στην διαδικασία αποποινικοποίησης της χρήσης κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς. Πρόκειται για έναν διεθνή ηγέτη πάνω στην προηγμένη τεχνολογία θερμοκηπίου και παράγει άνθη με 20 τοις εκατό ή και περισσότερο, περιεκτικότητα σε THC.
Η έρευνα του Dr. Μechoulam που τελικά άλλαξε τον κόσμο, ανακάλυψε δύο κύριους υποδοχείς κανναβινοειδών, τον CB1 και τον CB2, που αποτελούν σημεία κλειδιά τόσο για τα ενδοκανναβινοειδή που το σώμα μας παράγει με φυσικό τρόπο όσο και για τα φυτοκανναβινοειδή (δηλ. τα κανναβινοειδή φυτικής προέλευσης), όπως η THC και η CBD. Οι οργανισμοί μας στην πραγματικότητα παράγουν ενδοκανναβινοειδή με ένα παρόμοιο μηχανισμό που το σώμα μας παράγει φυσικές ναρκωτικές ουσίες, όπως πχ. τις ενδορφίνες . Συνθετικά κανναβινοειδή, όπως αυτά που υπάρχουν στο Marinol, επίσης συνδυάζονται με τους υποδοχείς, αλλά δεν λειτουργούν τόσο αποτελεσματικά όσο τα φυσικά.
Αυτή η έρευνα του Dr. Μechoulam είχε μικρή απήχηση όταν δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά καθώς ολόκληρος ο κόσμος ήταν ακόμα τυλιγμένος σε μια τρέλα σχετικά με τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών. Ένας διακεκριμένος επιστήμονας ανακαλύπτει ότι οι οργανισμοί μας δεν έχουν μόνο υποδοχείς για τα κανναβινοειδή, αλλά και ότι οι οργανισμοί μας τα παράγουν εσωτερικά. Το επόμενο βήμα ήταν να καταλάβουμε το πώς αυτό επηρεάζει τη λειτουργία του σώματός μας.
Οι υποδοχείς CB1 που βρέθηκαν κυρίως στον εγκέφαλο, αν και είναι παρών και στα αρσενικά και θηλυκά αναπαραγωγικά όργανα. Η τρέχουσα έρευνα δείχνει ότι η THC κλειδώνει ειδικά με τον υποδοχέα CB1. Ως εκ τούτου, είναι υπεύθυνη για την αίσθηση της μέθης που είναι και η πιο γνωστή πτυχή της κάνναβης. Από θεραπευτική άποψη, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα είναι ότι διαμορφώνει και μετριάζει την αντίληψη του πόνου. Για παράδειγμα, αν αγγίξουμε με ένα δάχτυλό μας μια καυτή σόμπα θα σταλεί ένας ηλεκτρικός παλμός που θα πάει από το δάχτυλο προς τον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλος απαντά, “ωχ, ζεστό” και τραβάμε το δάχτυλο μας μακριά.
Το ότι η THC μετριάζει τον πόνο, δεν σημαίνει ότι αφήνουμε το δάχτυλό μας πάνω στην σόμπα, αλλά ότι η ένταση της οδυνηρής αίσθησης του καψίματος μειώνεται όταν η THC είναι παρούσα στους υποδοχείς CB1. Αυτός ο μηχανισμός δράσης είναι ο λόγος που τα πλούσια σε THC φάρμακα είναι τόσο περιζήτητα από τους ανθρώπους με έντονα θέματα πόνου. Η κάνναβη και τα ναρκωτικά είναι επίσης συν-αγωνιστές, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε ένα από αυτά μεγεθύνει την επίδραση του άλλου. Αυτό επιτρέπει στους ανθρώπους να λαμβάνουν χαμηλότερες δόσεις να εξακολουθούν να έχουν αποτελέσματα. Επιπλέον, οι CB1 υποδοχείς δεν είναι παρόντες στο τμήμα του εγκεφάλου που ρυθμίζει την καρδιακή συχνότητα και την αναπνοή, έτσι σε αντίθεση με τα ναρκωτικά, δεν υπάρχει κάποια θανατηφόρα δόση για την THC, επιτρέποντας σε κάποιον να καταναλώνει όσο χρειάζεται για να έχει τα ανακουφιστικά της αποτελέσματα.
Οι υποδοχείς CB2 βρίσκονται κυρίως στο ανοσοποιητικό σύστημα με την υψηλότερη συγκέντρωση τους να εντοπίζεται στην σπλήνα. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι υποδοχείς θα μπορούσαν επίσης να είναι παρόντες σε μικρά τμήματα των βασικών γαγγλίων του εγκεφάλου ή σε δεσμίδες νεύρων. Και πάλι, η έλλειψη ολοκληρωμένης έρευνας μας έχει αφήσει χωρίς τη απαραίτητη γνώση που θα έπρεπε να είναι ευρέως διαθέσιμη για να προχωρήσουμε παραπέρα.
Οι υποδοχείς CB2 κλειδώνουν με την CBD και λειτουργούν ως ένας αντι-φλεγμονώδης παράγοντας. Οι ανοσο-τονωτικές λειτουργίες του CB2 έχουν πολύ λίγο γίνει κατανοητές καθώς η έρευνα για την CBD μόλις τώρα ξεκινά. Έχουν περάσει μόνο περίπου πέντε χρόνια από τότε που η CBD επανεμφανίστηκε στην ιατρική σκηνή της κάνναβης και ταυτίστηκε με τα Steephill Labs. Τα οφέλη των πλούσιων-σε-CBD σκευασμάτων, με τις αντι-σπασμωδικές ιδιότητες τους, είναι μία από τις πιο συναρπαστικές και ελπιδοφόρες περιοχές της ιατρικής έρευνας στην κάνναβη που τρέχει σήμερα. Ένα από τα άλλα αποτελέσματα της CBD είναι ότι μετριάζει τις επιπτώσεις της THC. Κυριολεκτικά πετάει την THC έξω από τον CB1 υποδοχέα, έτσι ώστε αν κάποιος βιώνει μια THC δηλητηρίαση, μια ισχυρή δόση CBD μπορεί να αντισταθμίσει αυτές τις επιπτώσεις. Το μέλλον των πλούσιων-σε-CBD φαρμάκων είναι σχεδόν απεριόριστο. Πράγματι, έχουμε μόλις ξύσει λίγο από την επιφάνεια του πλανήτη που ονομάζεται κάνναβη.
Η THC και η CBD είναι τα δύο κύρια κανναβινοειδή πάνω στα οποία επικεντρωνόμαστε, ωστόσο υπάρχουν δεκάδες και ίσως εκατοντάδες περισσότερα. Μερικά από αυτά που έχουν ταυτοποιηθεί και μελετηθεί περιλαμβάνουν την CBG, η οποία συνδέεται τόσο στους CB1 όσο και στους CB2 υποδοχείς και είναι ένας ανταγωνιστής για τον CB1, που σημαίνει ότι μετριάζει τα αποτελέσματα της THC. Η cannabichromene (CBC) είναι μη ψυχοδραστική και έχει τόσο αντι-φλεγμονώδεις όσο και αναλγητικές ιδιότητες. Η cannabinol (CBN) είναι ένας μεταβολίτης της THC. Για το λόγο αυτό, σπανίζει στην φρέσκια κάνναβη και είναι μόνο ελαφρώς ψυχοδραστική, έχοντας ως επί το πλείστον μια επίδραση νυσταγμού. Η tetrahydrocannabivarin (THCV)είναι ένα άλλο κανναβινοειδές που βρίσκονται συνήθως στα στελέχη του φυτού που ευδοκιμούν στην κεντρική Ασία και στην Νότια Αφρική, που επίσης δρα ως ανταγωνιστής της THC. Υπάρχουν πολλά περισσότερα κανναβινοειδή από όσα μπορούμε να αναφέρουμε εδώ και όλα έχουν τη δυνατότητα να είναι σημαντικότατα όπως φαίνεται να είναι και η CBD.
Το γεγονός ότι υπάρχει ένα σύστημα στο σώμα μας που παράγει κανναβινοειδή και είναι και ειδικά σχεδιασμένο για να δεχτεί μόνο αυτά, θα πρέπει να είναι η συντριπτική απόδειξη της αποτελεσματικότητας της κάνναβης ως φάρμακο. Από τις επιδράσεις κατευνασμού του πόνου της THC, στις αντι-σπασμωδικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες της CBD, έχουμε απλώς μόνο ξύσει την επιφάνεια ενός τεράστιου κόσμου δυνατοτήτων. Οι άνθρωποι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τα οφέλη αυτών των φαρμάκων καθώς όλο και περισσότεροι ερευνητές διερευνούν τις άπειρες δυνατότητες που ενυπάρχουν σε αυτό το φαινομενικά απλό φυτό. Οι μελλοντικές γενιές θα κοιτάξουν κάποια στιγμή πίσω στον χρόνο και θα αναρωτιούνται γιατί μας πήρε τόσο καιρό να το καταλάβουμε.
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι λιπαρές ουσίες ή έλαια σε μικροσκοπικές ποσότητες που αλληλεπιδρούν ή προσδένονται με τους υποδοχείς κανναβινοειδών.
Οι υποδοχείς κανναβινοειδών είναι μεμβράνες των κυττάρων του σώματός μας που επιτρέπουν τα σήματα να περάσουν εντός και εκτός. Υπάρχουν οι CB1 και οι CB2 υποδοχείς στο κεντρικό νευρικό σύστημα και οι CB2 υποδοχείς στο ανοσοποιητικό και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι επιστήμονες έχουν πει ότι υπάρχει και ένας υποδοχέας CB3 αλλά αυτό εξακολουθεί να είναι μόνο στην θεωρία επί του παρόντος.
Τα ένζυμα είναι υπεύθυνα για την παραγωγή και τη διάθεση των ενδοκανναβινοειδών.
Το σώμα μας παράγει ενδοκανναβινοειδή προκειμένου να περάσει τα μηνύματα σχετικά με λειτουργίες όπως ο πόνος, η φλεγμονή, η μνήμη, η όρεξη και η διάθεση.
Η CBD είναι ένα φυτοκανναβιδοειδές, δηλαδή πρόκειται για ουσία που προέρχεται από ένα φυτό και που αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς κανναβινοειδών που υπάρχουν στο σώμα μας. Τα περισσότερα φυτοκανναβινοειδή είναι από το φυτό της κάνναβης, αν και μερικά άλλα φυτά, όπως η echinacea και το κακάο περιέχουν επίσης ουσίες που μοιάζουν με τα κανναβινοειδή.
Έτσι η CBD και τα άλλα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να επηρεάσουν το σώμα μας με τον ίδιο τρόπο όπως το επηρεάζουν και τα ενδοκανναβινοειδή. Η επιστήμη δεν είναι ακόμη σαφής στο κατά πόσον τα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να αντικαταστήσουν ή να υποκαταστήσουν τα ενδοκανναβινοειδή, αλλά φαίνεται λογικό να μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Να θυμάστε όμως ότι όταν χορηγείται CBD (πχ. από το στόμα), ακόμη και σε μικρές δόσεις, αυτή η ποσότητα είναι μαζικά μεγαλύτερη από τις μικροσκοπικές ποσότητες των ενδοκανναβινοειδών.
Στη θεωρία, στη συνέχεια (και από την πραγματική εμπειρία), τα φυτοκανναβινοειδή μπορούν να επηρεάσουν τον πόνο, την φλεγμονή, την μνήμη, την όρεξη και τη διάθεση. Να θυμάστε όμως ότι το αποτέλεσμα μπορεί να λειτουργήσει αμφίδρομα (δηλ. είτε μειώνοντας είτε αυξάνοντας το μέγεθος). Για παράδειγμα, οι επιστήμονες εργάζονται σκληρά για να ερευνήσουν το πώς τα κανναβινοειδή μπορούν να μειώσουν αντί να αυξήσουν τον πόνο και τη φλεγμονή και να έχουν ευεργετική επίδραση στη μνήμη και τη διάθεσή μας.
Έτσι είναι αρκετά σαφές ότι το ενδοκανναβινοειδές σύστημά μας είναι πολύ σημαντικό για την υγεία και την ευημερία μας. Όλα και τα πιο αξιόλογα από αυτά ανακαλύφθηκαν μόλις το 1988, από έναν ισραηλινό επιστήμονα που ονομάζεται Raphael Mechoulam και 30 χρόνια μετά, οι περισσότεροι γιατροί συνεχίζουν να μην λαμβάνουν καμία εκπαίδευση σε όλο αυτό. Οι ιατρικές σχολές έχουν ακόμη πολύ δρόμο για να καλύψουν το κενό πάνω σε αυτό το κομμάτι της επιστήμης.
Το πόσο σημαντικό είναι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα το έχει επίσης εκφράσει και ο Dr. David Allen, ένας διαπρεπής καρδιοχειρουργός και καρδιολόγος. Ο ίδιος το περιγράφει ως την πιο σημαντική ανακάλυψη στον τομέα της ιατρικής από την εφεύρεση της τεχνικής της αποστειρωμένης χειρουργικής επέμβασης.
Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα αναφέρεται σε μια ομάδα νευροτροποποιητικών λιπιδίων και υποδοχέων που εμπλέκονται σε μία ποικιλία φυσιολογικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένων αυτών της όρεξης, της αίσθησης του πόνου, της διάθεσης και της μνήμης, διαμεσολαβεί τις ψυχοδραστικές επιδράσεις της κάνναβης και, σε γενικές γραμμές, περιλαμβάνει:
- Τους υποδοχείς κανναβινοειδών CB1 και CB2, δύο G υποδοχείς συζευγμένων με πρωτεΐνη που βρίσκονται στο κεντρικό και στο περιφερικό νευρικό σύστημα, αντίστοιχα.
- Τα ενδογενή λιπίδια αραχιδονικής βάσης, του ανανδαμιδίου (Ν-arachidonoylethanolamide, ΑΕΑ) και της 2-αραχιδονοϋλογλυκερόλης (2-AG), γνωστά και ως “ενδοκανναβινοειδή”, που είναι φυσιολογικοί συνδέτες για τους υποδοχείς κανναβινοειδών.
- Τα ένζυμα που συνθέτουν και υποβαθμίζουν τα ενδοκανναβινοειδή. Αντίθετα με τους παραδοσιακούς νευροδιαβιβαστές, τα ενδογενή κανναβινοειδή δεν αποθηκεύονται σε κυστίδια μετά την σύνθεση, αλλά συντίθενται σε πρώτη ζήτηση (Rodriguez de Fonseca et al., 2004).
Ωστόσο, ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι μπορεί να υπάρχει μια δεξαμενή συντεθημένων ενδοκανναβινοειδών (δηλαδή, 2-AG) χωρίς την απαίτηση της σε πρώτη ζήτηση σύνθεσης τους.Τι είναι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα;
Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα (endocannabinoid system) ή ενδογενές σύστημα κανναβινοειδών (endogenous cannabinoid system), το όνομά του οποίου προέρχεται από το φυτό που σχετίζεται με την ανακάλυψή του, είναι αναμφισβήτητα το πιο σημαντικό φυσιολογικό σύστημα του ανθρώπινου οργανισμού που είναι γνωστό ότι επηρεάζει την ευημερία μας.
Υπάρχουν ενδοκανναβινοειδή σε όλο μας το σώμα: στον εγκέφαλο, στα ζωτικά όργανα, στους συνδετικούς ιστούς, στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και των αδένων. Το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εκτελεί διάφορες λειτουργίες σε κάθε ιστό του σώματος, αλλά πάντα με τον ίδιο στόχο, αυτόν της διατήρησης ενός σταθερού εσωτερικού περιβάλλοντος παρά τις εξωτερικές διακυμάνσεις, μέσω της ομοιόστασης .
Τα ενδοκανναβινοειδή είναι απαραίτητα για τη διαδικασία της ομοιόστασης σε κάθε τομέα της βιολογικής ζωής, τομείς που κυμαίνονται από τα κύτταρα μέχρι και τον ίδιο τον οργανισμό.
Ένα παράδειγμα από τις βασικές λειτουργίες των ενδοκανναβινοειδών είναι η αυτοφαγία.Αυτή είναι μια κυτταρική διαδικασία, επικουρούμενη από το ενδοκανναβινοειδές σύστημα, μέσω της οποίας το κύτταρο διαχωρίζει ένα τμήμα του περιεχομένου του για να αφομοιωθεί και να ανακυκλωθεί. Η διαδικασία αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της μακροζωίας του κυττάρου, του επιτρέπει να διατηρήσει μια ισορροπία μεταξύ της σύνθεσης και υποβάθμισης και έχει κεντρικό ρόλο στον αγώνα κατά του καρκίνου, όπου αναγκάζουμε τα κακοήθη κύτταρα να τρώνε τον εαυτό τους. Η αφαίρεση των καρκινικών κυττάρων είναι ένα κρίσιμο μέρος της προώθησης της ομοιόστασης και της επιβίωσης του οργανισμού.
Τα ενδοκανναβινοειδή και τα κανναβινοειδή μπορούν επίσης να βρεθούν στα σημεία όπου τα συστήματα του σώματος συναντόνται, διευκολύνοντας την επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών τύπων κυττάρων. Για παράδειγμα, γύρω από μια περιοχή τραυματισμού, τα κανναβινοειδή εκτελούν έναν ρόλο στην επιβράδυνση της απελευθέρωσης των ευαισθητοποιητών και των ενεργοποιητών, βοηθώντας να σταθεροποιηθούν τα κύτταρα των νεύρων για την πρόληψη της ενεργοποίησης τους και ηρεμώντας τα τοπικά ανοσοκύτταρα στο να αναστείλουν την απελευθέρωση ουσιών που προκαλούν φλεγμονή. Και οι τρεις λειτουργίες εξυπηρετούν ένα κεντρικό στόχο: να ελαχιστοποιηθεί η βλάβη και ο πόνος.
Υπό την έννοια αυτή, λόγω των περίπλοκων λειτουργιών του, τόσο στο ανοσοποιητικό όσο και στο νευρικό σύστημα, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα είναι μια γέφυρα μεταξύ του μυαλού και του σώματος. Μέσα από τη μελέτη για το πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα, θα αρχίσουμε να βλέπουμε έναν μηχανισμό στον πραγματικό κόσμο που θα δείχνει το πώς η κατάσταση της συνείδησης ενός ατόμου μπορεί να το οδηγήσει σε ασθένεια ή στην υγεία.
Καθώς μεσολαβούν στην κυτταρική ομοιόσταση, τα κανναβινοειδή μπορεί να έχουν επίδραση στο πώς βλέπουμε και αλληλεπιδρούμε με το εξωτερικό περιβάλλον. Είναι προφανές ότι κοινωνικά τα κανναβινοειδή μπορούν να αλλάξουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, σε πολλές περιπτώσεις, προωθούν ιδιότητες όπως το χιούμορ και η δημιουργικότητα, σε συνδυασμό με την επιθυμία να μοιραστούμε. Είναι πιθανό ότι επηρεάζοντας την νευρογένεση και την νευρωνική πλαστικότητα, τα κανναβινοειδή μπορούν επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου στο να είναι ανοιχτόμυαλο και να βγαίνει από τον περιορισμό των τρόπων σκέψης και τις παγιωμένες συνήθειες συμπεριφοράς. Και στον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο μας, η αλλαγή αυτών των βαθιά ριζωμένων προτύπων είναι απαραίτητη για την ευημερία.
Τι είναι οι υποδοχείς κανναβινοειδών;
Όλα τα είδη σπονδυλωτών, μαζί με τα καλαμάρια της θάλασσας και τα νηματώδη, έχουν κοινού τύπου ενδοκανναβινοειδές σύστημα, το οποίο είναι απαραίτητο για την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις δραματικές αλλαγές στο περιβάλλον. Μέσα από τη σύγκριση των γενετικών αλλαγών στους υποδοχείς κανναβινοειδών σε ένα ευρύ φάσμα από είδη του ζωικού βασιλείου, οι επιστήμονες ήταν σε θέση να εκτιμήσουν ότι το ενδοκανναβινοειδές σύστημα εξελίχθηκε αρχικά περίπου 600 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Υπήρξαν περίπου 20.000 άρθρα και μελέτες γραμμένες για τα κανναβινοειδή, έτσι ώστε θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι ήδη γνωρίζουμε όλα όσα υπάρχουν εκεί για να ξέρουμε, αλλά στην πραγματικότητα, υπάρχουν μεγάλα κενά στις γνώσεις μας. Ειδικότερα, η κατανόηση του τρόπου που τα κανναβινοειδή, τα κύτταρα και τα άλλα συστήματα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, είναι ελλιπής.
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν υποδοχείς κανναβινοειδών στις κυτταρικές μεμβράνες σε όλο το σώμα και ότι μπορεί να υπάρχουν τόσοι πολλοί από αυτούς τους υποδοχείς που είναι περισσότεροι από οποιοδήποτε άλλο τύπο υποδοχέων. Όταν αυτοί οι υποδοχείς λαμβάνουν διέγερση, ένας αριθμός φυσιολογικών διεργασιών ενεργοποιούνται. Οι ερευνητές έχουν βρει μέχρι τώρα ένα ζεύγος από υποδοχείς κανναβινοειδών: τον CB1 οποίος βρίσκεται σε αδένες, συνδετικούς ιστούς, δομές νεύρων και στα όργανα και τον CB2 που είναι πιο κοινός στο ανοσοποιητικό σύστημα. Μερικοί ερευνητές έχουν σημειώσει, επίσης, ότι μπορεί να υπάρχει και ένας τρίτος υποδοχέας κανναβινοειδών που ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί.
Αυτοί οι υποδοχείς διεγείρονται από ουσίες που το σώμα μας παράγει με φυσικό τρόπο, οι οποίες ονομάζονται ενδοκανναβινοειδή. Η πιο γνωστή από αυτές τις χημικές ουσίες είναι ανανδαμίδη και 2-αραχιδονοϋλογλυκερόλη. Αυτά τα μόρια που παράγονται από παράγωγα του αραχιδονικού οξέος, και έχουν μια εντοπισμένη δράση, διαλύονται μετά από ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα από τις χημικές ουσίες λιπάση μονοακυλογλυκερόλης και υδρολάση αμιδίου λιπαρού οξέος.
Τα φυτοκανναβινοειδή (phytocannabinoids) είναι χημικές ουσίες που βρίσκονται στα φυτά και είναι γνωστό ότι εργάζονται σε υποδοχείς κανναβινοειδών. Η πιο γνωστή από αυτές τις ουσίες είναι η δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη ή THC , αλλά οι ερευνητές ενδιαφέρονται ολοένα και περισσότερο και για άλλες ουσίες, όπως η κανναβιδιόλη και κανναβιόλη για τις δυνατότητές τους στην προώθηση της ευημερίας. Τα περισσότερα από αυτά τα φυτοκανναβινοειδή έχουν ληφθεί από το φυτό της κάνναβης , αλλά μη ψυχοδραστικά κανναβινοειδή έχουν βρεθεί και σε άλλα βότανα, συμπεριλαμβανομένης και της echinacea purpura.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το ίδιο το φυτό της κάνναβης χρησιμοποιεί τα κανναβινοειδή που παράγει, συμπεριλαμβανομένης και της THC, για να καταπολεμήσει τις ασθένειες που το προσβάλλουν και για να διατηρήσει την ίδια του την υγεία. Τα κανναβινοειδή έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες και αυτές βοηθούν στη διαφύλαξη της δομής των φυτών από την υπεριώδη ακτινοβολία, εξουδετερώνοντας τις ελεύθερες ρίζες που παράγονται από τις ακτίνες UV. Είναι γνωστό ότι οι ελεύθερες ρίζες προωθούν την γήρανση, τον καρκίνο και την κακή ανάκτηση από ασθένεια στον άνθρωπο και τα αντιοξειδωτικά που περιέχονται σε ορισμένα φυτά έχουν θεωρηθεί εδώ και καιρό ένα χρήσιμο φυσικό συμπλήρωμα στον αγώνα για την πρόληψη των ελεύθερων ριζών.
Είναι επίσης δυνατή η παραγωγή κανναβινοειδών σε ένα εργαστήριο. Η ναμπιλόνη, ένα ανάλογο της THC, και η , μια μορφή συνθετικής THC, έχουν και οι δύο εγκριθεί από την FDA για χρήση στη θεραπεία της ναυτίας. Οι γιατροί έχουν βρει επίσης ότι αυτά τα φάρμακα είναι χρήσιμα στη θεραπεία καταστάσεων όπως οι ημικρανίες και ο χρόνιος πόνος. Ένα ευρύ φάσμα από συνθετικά κανναβινοειδή ερευνώνται σήμερα σε μελέτες πάνω σε ζώα, μερικά από τα οποία έχουν μια δραστικότητα 600 φορές μεγαλύτερη από αυτήν της THC.
Η κάνναβη, το ενδοκανναβινοειδές σύστημα και η καλή υγεία
Η επιστήμη των κανναβινοειδών συνεχίζει να κάνει συναρπαστικές ανακαλύψεις, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: ένα αποτελεσματικό σύστημα ενδοκανναβινοειδών είναι ένα ουσιαστικό συστατικό για την ευημερία μας. Έτσι λοιπόν το ερώτημα που τίθεται είναι για το αν είναι δυνατό για μας να ενισχύσουμε ή να επηρεάσουμε το ενδοκανναβινοειδές μας σύστημα μέσα από την λήψη συμπληρωμάτων κάνναβης