Υ Π Ο Κ Λ Ι Ν Ι Κ Ο Σ Υ Π Ο Θ Υ Ρ Ε Ο Ε Ι Δ Ι Σ Μ Ο Σ
Η επίδραση στη γονιμότητα και την κύηση. Ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός είναι μία «αθόρυβη» πάθηση, καθώς οι περισσότερες γυναίκες δεν έχουν κανένα σύμπτωμα. Καθώς, όμως, η συχνότητά του είναι μεγάλη και μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τόσο
τη γονιμότητα όσο και την κύηση, είναι επιβεβλημένος ο έλεγχος. Ποιες είναι, όμως, οι επιπτώσεις και πώς αντιμετωπίζονται;
Ως υποκλινικός υποθυρεοειδισμός ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία η βασική ορμόνη του θυρεοειδή, η θυροξίνη, είναι εντός φυσιολογικών ορίων ενώ η TSH, ορμόνη με την οποία ο εγκέφαλος (συγκεκριμένα η υπόφυση) ρυθμίζει τη λειτουργία του θυρεοειδή αδένα, είναι αυξημένη. Κάποιοι
από τους ασθενείς με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό έχουν γενικά συμπτώματα όπως κούραση, αίσθημα αδυναμίας, πεσμένη διάθεση και αρνητικά αισθήματα, βραδυκαρδία (χαμηλός καρδιακός ρυθμός, κάτω από 60 σφυγμούς/λεπτό), υπερευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, αύξηση βάρους κατακράτηση υγρών, πόνος στις αρθρώσεις και μυϊκές κράμπες, ξηρό δέρμα, αίσθηση φαγούρας, λεπτά και εύθραυστα νύχια, προβλήματα στο μηνιαίο κύκλο και γυναικεία στειρότητα, μειωμένη εφίδρωση, χαμηλός μυϊκός τόνος (μυϊκή υποτονία), υπερπρολακτιναι μία, γαλακτόρροια, αυξημένα
επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα, αλλά η πλειονότητά τους δεν έχει κανένα σύμπτωμα, γι’ αυτό η διάγνωση γίνεται έπειτα από εξετάσεις αίματος.
Η συχνότητα του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού είναι σχετικά μεγάλη, κυμαίνεται στο 4%-15%, ενώ σε περιοχές με έλλειψη ιωδίου έχει υπολογιστεί σε μελέτη ότι φτάνει το 23,9%. Οι αιτίες του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού είναι ίδιες με του κλασικού κλινικού υποθυρεοειδισμού. Οι περισσότεροι ασθενείς έχουν αυτοάνοση φλεγμονή του θυρεοειδή (Hashimoto) με υψηλές συγκεντρώσεις αυτοαντισωμάτων (anti-TPO, anti-TG).
Η σημασία του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού είναι ότι, ενώ ο θυρεοειδής παράγει σε ικανές ποσότητες τις ορμόνες του, για να διατηρήσει αυτήν την παραγωγή υπερλειτουργεί και σταδιακά αυτή η παραγωγή θαμειωθεί και θα μεταπέσει στον κλασικό κλινικό υποθυρεοειδισμό. Ήδη, όμως, σε αυτήν την κατάσταση, κατά την οποία ο θυρεοειδής δυσκολεύεται αλλά τα καταφέρνει, δημιουργούνται προβλήματα στον οργανισμό και κάποια από αυτά έχουν να κάνουν με την αναπαραγωγή και την κύηση.
Ο ι δ ι α τ α ρ α χ έ ς
Η πρώτη διαταραχή που μπορεί να παρατηρηθεί στον υποκλινικό υποθυρεοειδισμό είναι δυσλειτουργία στη διαδικασία της ωορρηξίας. Υπάρχει μελέτη που δείχνει ότι μόνο μία στις τρεις γυναίκες με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό θα μπορέσει να συλλάβει με φυσικό τρόπο! Η θεραπεία με λεβοθυροξίνη βελτιώνει τα ποσοστά αυτόματης σύλληψης στις υπόλοιπες γυναίκες. Ο έλεγχος για την παρουσία υποκλινικού υποθυρεοειδισμού έχει μεγάλη σημασία και για τις γυναίκες με ιστορικό αποβολών. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν αυξημένο κίνδυνο αποβολής σε γυναίκες με υποκλινικό
υποθυρεοειδισμό, καθώς και σε ευθυρεοειδικές γυναίκες με θετικά τα αντισώματα εναντίον του θυρεοειδή (anti-ΤΡΟ). Αναλύσεις μελετών έχουν δείξει ότι οι γυναίκες με θετικά τα αυτοαντισώματα εναντίον του ενζύμου της (θυρεοειδικής υπεροξειδάσης) ΤΡΟ έχουν διπλάσιο ή τριπλάσιο κίνδυνο αποβολής σε σχέση με γυναίκες χωρίς αυτά τα αυτοαντισώματα. Άλλες μελέτες έδειξαν ότι η θεραπεία σε αυτές τις γυναίκες μειώνει τον κίνδυνο αποβολής κατά 52%. Στην εγκυμοσύνη ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός φαίνεται να έχει επίδραση στην νευροψυχολογική ανάπτυξη των εμβρύων. Σε μελέτη σε παιδιά ηλικίας 7-9 ετών ο μέσος όρος του δείκτη νοημοσύνης (IQ score) ήταν ελαφρά χαμηλότερος στα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν υψηλές τιμές TSH κατά τη διάρκεια του β΄ τριμήνου σε σχέση με τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν φυσιολογικές τιμές TSH. Επίσης, ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός φαίνεται να διπλασιάζει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού, γεγονός που μπορεί εν μέρει να δικαιολο γήσει τα ευρήματα της προηγούμενης μελέτης. Πολύ πρόσφατα, τον Ιούνιο του 2014, η Αμερικανική Εταιρεία Θυρεοειδούς εξέδωσε οδηγία σύμφωνα με την οποία οι έγκυες και οι θηλάζουσες γυναίκες οφείλουν να λαμβάνουν συμπλήρωμα διατροφής που να περιέχει ιώδιο. Το ιώδιο είναι απαραίτητο για το σχηματισμό των ορμονών του θυρεοειδή. Η έλλειψή του είναι ακόμα μία αιτία υποκλινικού υποθυρεοειδισμού που μπορεί να επηρεάσει τη φυσιολογική εγκεφαλική ανάπτυξη, αλλά και να αυξήσει την ευπάθεια σε περιβαλλοντικούς ρυπαντές όπως τα νιτρώδη και τα θειοκυάνια, που δημιουργούνται και από το κάπνισμα!