Η παχυσαρκία είναι ένα μείζον διεθνές πρόβλημα με αυξητικές τάσεις. Το ποσοστό των παχύσαρκων ατόμων στις ΗΠΑ από 14% το 1976 άγγιξε το 33,5% το 2000. Πολλά ιατρικά προβλήματα σχετίζονται με την παχυσαρκία.
Έτσι, οι παχύσαρκοι άνδρες και γυναίκες έχουν αυξημένο κίνδυνο για τα εξής:
• Μειωμένο προσδόκιμο επιβίωσης
• Σακχαρώδη διαβήτη
• Λίθους στη χοληδόχο κύστη
• Υπέρταση
• Οστεοαρθρίτιδα
• Στεφανιαία Νόσο
• Δυσλιπιδαιμία
• Εγκεφαλικό επεισόδιο
• Άπνοια ύπνου
• Καρκίνο παχέος εντέρου και προστάτη στους άνδρες, καρκίνο μήτρας και χοληδόχου κύστης στις γυναίκες
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι πρώτες ενέργειες για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας έχουν να κάνει με αλλαγές στην διατροφική συμπεριφορά, την κοινώς λεγόμενη δίαιτα και την άσκηση. Εφόσον αυτά αποτύχουν, περνούμε στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας με φάρμακα, πάντα όμως σε συνδυασμό με δίαιτα και άσκηση. Καταστάσεις στις οποίες η θεραπεία με φάρμακα είναι κατάλληλη είναι οι εξής: Άτομα με δείκτη μάζας σώματος πάνω από 30 (βάρος σε κιλά δια το ύψος σε μέτρα στο τετράγωνο) καθώς και άτομα με δείκτη μάζας σώματος μεταξύ 27 και 30, τα οποία έχουν άλλα ιατρικά προβλήματα, όπως διαβήτη, υψηλή χοληστερόλη, ή υπέρταση.
Ο στόχος του προγράμματος μείωσης του βάρους είναι απώλεια μεγαλύτερη από 2 κιλά τον πρώτο μήνα για να συνεχιστεί η θεραπεία ενώ καλή ανταπόκριση στη θεραπεία θεωρείται απώλεια 10% με 15%. Απώλεια μεγαλύτερη από 15% θεωρείται ότι αποτελεί εξαιρετική ανταπόκριση στην θεραπεία.
Υπάρχουν δύο φάρμακα διαθέσιμα στην αγορά. Η σιμπουτραμίνη δρα ανασταλτικά στην όρεξη και είναι αποτελεσματική σε μεγάλο ποσοστό. Η προτεινόμενη αρχική δόση είναι 5 με 10 mg την ημέρα. Σε άτομα που συμπληρώνουν ένα χρόνο θεραπείας, ο μέσος όρος απώλειας βάρους είναι 10% του αρχικού βάρους σώματος. Οι παρενέργειες περιλαμβάνουν αϋπνία, ξηροστομία και δυσκοιλιότητα. Πρέπει να παρακολουθείται η αρτηριακή πίεση κατά την διάρκεια της θεραπείας. Δεν συστήνεται σε άτομα με ιστορικό καρδιακής νόσου ή εγκεφαλικού. Η ορλιστάτη είναι ένα φάρμακο που μειώνει την απορρόφηση του λίπους. Λαμβάνεται μαζί με το φαγητό και μπορεί να παραληφθεί εάν το γεύμα δεν έχει λιπαρά. Μετά από ένα χρόνο θεραπείας, η μέση απώλεια βάρους είναι 8 με 10% του αρχικού βάρους σώματος. Παρενέργειες παρατηρούνται στο 10 με 15% των ατόμων και περιλαμβάνουν στομαχικές διαταραχές, αέρια, διάρροια.