Αν και το μεγαλύτερο ποσοστό των περιστατικών με καρκίνο μαστού αφορά γυναίκες άνω των 50 ετών (πάνω από το 80%) ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις με καρκίνο μαστού και σε πολύ νεαρότερες ηλικίες.
Επομένως, ο έλεγχος πρέπει να ξεκινά σχετικά σε μικρή ηλικία. Η Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία συστήνει την έναρξη της κλινική εξέτασης του στήθους από την ηλικία των 20 ετών και ενθαρρύνεται η αυτοεξέταση κάθε μήνα. Οι μέθοδοι εξέτασης του μαστού είναι η αυτοεξέταση , η κλινική εξέταση από τον γυναικολόγο, οι διάφορες απεικονιστικές μέθοδοι (κυρίως η μαστογραφία και το υπερηχογράφημα) και πολύ σπάνια η βιοψία. Η αυτοεξέταση καλό είναι να γίνεται προς το τέλος ή αμέσως μετά το τέλος της περιόδου γιατί τότε το στήθος είναι λιγότερο πιθανό να είναι πρησμένο και η εξέταση είναι πιο εύκολη και πιο αξιόπιστη. Ψηλαφώντας προσεχτικά με τις άκρες των δακτύλων της η γυναίκα ψηλαφεί τους μαστούς της και καθετί διαφορετικό σαν εύρημα αξίζει να το αναφέρει άμεσα στον γυναικολόγο της προκειμένου να διερευνηθεί περαιτέρω. Στον γιατρό της σε κατακεκλισμένη θέση μετά την περίοδο της αναζητούνται πιθανά ογκίδια.
Η παγκόσμια ενημέρωση που γίνεται διαρκώς για τον καρκίνο μαστού κινητοποιεί όλο και περισσότερες γυναίκες να ψηλαφούνται και να εξετάζονται (μέσω υπερήχων ή μαστογραφιών) για να διευκρινιστεί η υγεία των μαστών τους. Αισιόδοξο είναι το γεγονός ότι αν και συχνά θα γίνει αισθητό κάποιο ογκίδιο η πιθανότητα να είναι καλοήθες είναι μεγαλύτερη διότι 8 στα 10 ψηλαφητά είναι πράγματι καλοήθη ογκίδια και εύκολα θεραπεύονται. Η πρόληψη είναι εξαιρετικά σημαντική στην αντιμετώπιση οποιασδήποτε παθολογίας στον μαστό.
Συχνά ο γυναικολόγος ανακαλύπτει καλοήθη ευρήματα μετά την «υποψία» της γυναίκας για ένα μόρφωμα όπως κύστη, ινοαδένωμα ή αδένωμα, λίπωμα, ινοκυστική μαστοπάθεια, γαλακτοκήλη ή ενδοπορικό θήλωμα. Η κύστη είναι μια μικρή συλλογή υγρού, ευκίνητη, συνήθως μαλακή με ομαλή υφή και ενίοτε πονάει σε οποιοδήποτε σημείο του μαστού ή και στους δύο μαστούς και μπορεί να υπάρχουν περισσότερες από μία στον ίδιο μαστό, με ακανόνιστη διόγκωση. Κύστες δημιουργούνται συχνά προς το τέλος της περιόδου καθώς τα κύτταρα στους μαστούς διογκώνονται και συγκρατούν υγρό αλλά και λόγω ορμονικών διαταραχών, συχνότερα σε ηλικίες μεταξύ 30-50 ετών και συχνά εξαφανίζονται μετά την εμμηνόπαυση. Συνήθως δεν απαιτείται η αφαίρεσή τους αφού εξαφανίζονται μόνες τους οι κύστες αν και σε ένα 10% των περιπτώσεων οι κύστεις ξαναπαρουσιάζονται , ωστόσο μπορεί να χρειαστεί να αφαιρεθούν ή και να παρακεντηθούν ειδικά όταν είναι μεγάλες και επώδυνες και έτσι η ασθενής ανακουφίζεται από τον πόνο. Η παρακέντηση τέτοιων κυστών είναι εύκολη και ανώδυνη διαδικασία όπου αποστέλλεται το υλικό για βιοψία για κυτταρολογική εξέταση. Επίσης τα ινοαδενώματα είναι συμπαγή ογκίδια από ινώδη και αδενικό ιστό και εμφανίζονται συχνότερα στις νεαρές ηλικίες (μεταξύ 20-30 ετών), αλλά μπορεί να αναπτυχθούν και σε μεγαλύτερες γυναίκες. Μπορεί να προκαλέσουν ενόχληση ή πόνο, μπορεί να μεγαλώσουν (ιδιαίτερα κατά την εγκυμοσύνη), ενώ μετακινούνται εύκολα αν πιεστούν με τα δάχτυλα. Κάποιες γυναίκες παρουσιάζουν ινοαδενώματα και στους δύο μαστούς και πάλι όπως οι κύστες προκαλούνται από ανωμαλία στις ορμόνες (οιστρογόνων και προγεστερόνης).Αφού επιβεβαιωθεί ότι κάποιος όγκος είναι ινοαδένωμα δεν υπάρχει λόγος να αφαιρεθεί απαραίτητα. Εξαρτάται από το μέγεθός, την θέση του την ηλικία της γυναίκας αλλά και το αν έχει αποκτήσει παιδιά. Ειδικά σε γυναίκα που εμφάνισε ινοαδενώματα μετά τα 35 της πρέπει να είμαστε πιο προσεχτικού καθότι αυξάνεται ο κίνδυνος κακοήθειας. Αν χρειαστεί να αφαιρεθεί ένα ινοαδένωμα, η επέμβαση είναι απλή και μπορεί να γίνει ακόμα και με τοπική αναισθησία. Στη συνέχεια ο όγκος στέλνεται στο εργαστήριο για μικροσκοπική εξέταση. Στην περίπτωση που ένα αδένωμα αφαιρεθεί δεν επανεμφανίζεται αλλά δεν αποκλείεται να εμφανισθεί κάπου αλλού ένα νέο. Το σημαντικό είναι να αφαιρούνται σε κάθε περίπτωση προ εγκυμοσύνης διότι αναπτύσσονται κατά την διάρκεια εγκυμοσύνης.
Μια άλλη συχνή οντότητα είναι η ινοκυστική μαστοπάθεια και οι ινοκυστικές αλλοιώσεις στους μαστούς αποτελούν ψηλαφητές μάζες, με σαφή ή ασαφή όρια, ενώ μπορεί άλλοτε να είναι ανώδυνες και άλλοτε επώδυνες. Είναι μια συχνή γυναικολογικά πάθηση ειδικά σε γυναίκες ηλικίας 30-50 ετών και τα συχνότερα σύμπτωμά της είναι ο έντονος πόνος στην περιοχή του μαστού, το αίσθημα πρηξίματος στους μαστούς, η εμφάνιση «εξογκωμάτων» σε σημεία, καθώς και οι εκκρίσεις από τη θηλή με πιο εμφανή τα συμπτώματα λίγο πριν έρθει στη γυναίκα περίοδος οπότε και εξαφανίζονται τα συμπτώματα συνήθως μετά την περίοδο ενώ οι ορμονικές αλλαγές είναι η πιθανότερη αιτία αν και έχει συσχετισθεί και με την συχνή συνύπαρξη αυτοάνοσων νοσημάτων π.χ θυρεοειδίτιδας. Έχει θεωρηθεί επίσης ότι και η κακή διατροφή (π.χ. η αυξημένη πρόσληψη καφεΐνης, λιπαρών τροφών κά) προάγει στην εμφάνισή της. Συχνά δεν χρειάζεται κάποια ειδική αντιμετώπιση και κυρίως εξαφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση. Προτείνεται παρόλα αυτά η γυναίκα να αποφεύγει τα καφεϊνούχα ροφήματα και τις τροφές που ευνοούν την κατακράτηση υγρών (αυξημένους υδατάνθρακες) τις μέρες της περιόδου. Ο γυναικολόγος θα προτείνει αν είναι αναγκαία κάποια φαρμακευτική αγωγή για περιορισμό των συμπτωμάτων. Επίσης, δεν είναι σπάνια και τα λιπώματα που και αυτά καλοήθη ογκίδια τα οποία είναι ευκίνητοι ανώδυνοι όγκοι διαφόρου μεγέθους κάτω από την επιδερμίδα, μικρότερα των 3 εκατοστών στρογγυλά, μαλακά, με ομαλό περίγραμμα και συνήθως εμφανίζονται σε γυναίκες με μεγάλους μαστούς ενώ δεν αποκλείεται να αποκτήσουν την εικόνα αδενολιπωμάτων όταν διαθέτουν και αδενικά στοιχεία. Δεν είναι γνωστή η αιτία που εμφανίζονται ωστόσο παρατηρείται αυξημένη κληρονομική προδιάθεση. Συνήθως απαιτείται χειρουργική αφαίρεση.
Συχνά ένα άλλο καλόηθες μόρφωμα που μπορεί να βρεθεί στους μαστούς είναι μια γαλακτοκήλη και η οποία μπορεί να μπορεί να ψηλαφηθεί σα μαλακή κύστη, χωρίς ευαισθησία, σημεία φλεγμονής ή γενικευμένα συμπτώματα. Συνήθως παρουσιάζεται μετά τη διακοπή του θηλασμού, κυρίως σε πολύτοκες γυναίκες, όπου κύστες με περιέχον γάλα αποφράσσουν τους γαλακτοφόρους πόρους και προκαλούν την διάτασή τους. Ίσως ο γυναικολόγος χρειαστεί να παρακεντήσεις αυτές τις κύστες για να τις εκκενώσει για να επιβεβαιωθεί και η αρχική διάγνωση. Η αδένωση αποτελεί μια άλλη όχι σπάνια καλοήθη πάθηση των μαστών και πρόκειται για διαταραχή της αρχιτεκτονικής των λοβίων του μαστικού αδένα που παράγουν το γάλα. Κάποιες φορές δίνει την εικόνα ψηλαφητών πολλών μικρών στρογγυλών οζιδίων στην ίδια περιοχή και προκαλέι πόνο και ευαισθησία. Δημιουργείται όταν υπερπλάσσονται ή αυξάνονται σε αριθμό τα εκκριτικά κύτταρα υπερπλάσσονται και τις περισσότερες φορές χρειάζεται χειρουργική αφαίρεση σαφώς διότι πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί και να αποκλεισθεί κακοήθεια. Συχνό είναι και το ενδοπορικό θήλωμα που εμφανίζεται με εκροή υγρού από τη θηλή, είτε αυτόματα είτε με πρόκληση (πίεση της θηλής). Συνήθως είναι μικρό σε μέγεθος ενώ σπάνια μπορεί να γίνει αντιληπτό κάτω από τη θηλή με την απλή ψηλάφηση. Το θήλωμα δημιουργείται από υπερπλασία του επιθηλίου των γαλακτοφόρων πόρων του μαστού. Και συνήθως δεν απαιτείται κάποια θεραπεία αν και ο γυναικολόγος οφείλει να συστήσει την παρακολούθησή τους σε τακτά χρονικά διαστήματα και μάλιστα από την πρώτη κιόλας επίσκεψη θα πρέπει να διερευνάται το έκκριμα με κυτταρολογική εξέταση και να δρομολογηθεί κυτταρολογική εξέταση. Αν μετά από υπερηχογραφικό επαναληπτικό έλεγχο διαπιστωθεί αύξηση του μεγέθους του το θήλωμα πρέπει να αφαιρεθεί χειρουργικά (μικροπορεκτομή) και να γίνει βιοψία (ιστολογική ταυτοποίηση).